Γάλα για μικρά παιδιά: Ένας οδηγός για γονείς

Η νηπιακή περίοδος (δηλαδή, μεταξύ ενός και τριών ετών) χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερες θρεπτικές ανάγκες, ουσιώδεις για τη διατήρηση των φυσιολογικών λειτουργιών του οργανισμού, αλλά και για την υποστήριξη της ταχείας ανάπτυξης του παιδιού και την απαραίτητη σύνθεση των ιστών του σώματός του. Η ποσότητα και η ποιότητα της διατροφής έχει διαπιστωθεί ότι συνδέονται με μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην υγεία, τη γνωστική ανάπτυξη και ορισμένα νοσήματα, κάποια από τα οποία οφείλονται σε μεταβολικό ή αναπτυξιακό προγραμματισμό κατά τρόπο αρνητικό. Η επίπτωση του μεταβολικού προγραμματισμού είναι γνωστή και ως υπόθεση «Barker». Για τα μικρά παιδιά, οι κατευθυντήριες γραμμές διατροφής με βάση τα τρόφιμα (Food-based Dietary Guidelines, FBDG), συμβουλεύουν την κατανάλωση 300-500 ml αγελαδινού γάλακτος την ημέρα ως σημαντικής πηγής πρόσληψης θρεπτικών συστατικών.

Αγελάδας ή κατσικίσιο; Γάλα ανάπτυξης ή Φρέσκο γάλα; Πλήρες ή μειωμένων λιπαρών; Οι επιλογές είναι πολλές και μπορεί να σε μπλοκάρουν όταν απαιτείται να πάρεις μια απόφαση για το παιδί σου. Αφού ακόνισα το κριτήριο μου μέσα από τα πιο αυστηρά φίλτρα, κατέληξα στο ότι το «γάλα για μικρά παιδιά» και συγκεκριμένα το HiPP Junior Combiotic είναι αυτό που με το χέρι στην καρδιά θα πρότεινα (για υγιή νήπια), ως μητέρα και ως επιστήμονας διαιτολόγος, λόγω του ότι η κορυφαία πολύπλευρη ποιότητα της HiPP και η εναρμόνιση της με τις ισχύουσες νομοθεσίες παραμένουν δεδομένα.

«Γάλα για νήπια» ή Φρέσκο αγελαδινό γάλα;

Βασικό πλεονέκτημα των παρασκευασμάτων για μικρά παιδιά αποτελεί η ειδική μορφοποίησή τους με σκοπό την κάλυψη των διατροφικών αναγκών για ηλικίες 1-3 ετών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να περιέχουν (σε όσα έχει προστεθεί!) μια σειρά απαραίτητων μικροθρεπτικών στοιχείων, πολυακόρεστων λιπαρών οξέων και ουσιών, συμπεριλαμβανομένου του σιδήρου, του ουσιώδους ω-3 λιπαρού οξέος DHA (εικοσιδυαξενοϊκό οξύ) και της βιταμίνης D. Αντιθέτως, η περιεκτικότητα του φρέσκου πλήρες αγελαδινού γάλακτος είναι μηδαμινή σε DHA, με ίχνη μόνο βιταμίνης D και εξαιρετικά χαμηλή σε σίδηρο, θρεπτικά στοιχεία για τα οποία η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) τονίζει ότι θα πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στην επαρκή πρόσληψη τους λόγω της χαμηλής κατανάλωσης που παρατηρείται σε βρέφη και μικρά παιδιά. Ιδιαίτερα όσον αφορά τη Βιταμίνη D, η επιστημονική ομάδα της EFSA για τη διατροφή, τα νέα τρόφιμα και τα αλλεργιογόνα τροφίμων (NDA) θεωρεί ότι η συνολική ποσότητα από τη διατροφή και την ενδογενή σύνθεση είναι ανεπαρκής για τα περισσότερα βρέφη και μικρά παιδιά που ζουν στην Ευρώπη, αναλόγως της εποχής. Επιπλέον, πρόσφατη δημοσιευμένη μελέτη που πραγματοποιήθηκε σε (υγιή) Ελληνόπουλα, έδειξε έλλειψη και ανεπάρκεια σε βιταμίνη D σε παιδιά ηλικίας 1-4 ετών σε ποσοστό 55.2%, ως επί το πλείστον τους μήνες χαμηλής ηλιοφάνειας, δηλαδή Νοέμβριο με Απρίλιο (Feketea Gavriela Maria et al. 2021).

Η βιταμίνη D είναι απαραίτητη για την διατήρηση πληθώρας φυσιολογικών λειτουργιών των ιστών του οργανισμού. Αποδεδειγμένα βοηθά στην αποτελεσματική λειτουργία του ανοσοποιητικού, συμβάλλει στην φυσιολογική απορρόφηση και χρησιμοποίηση ασβεστίου και φωσφόρου, στη φυσιολογική κατάσταση οστών και δοντιών και στη λειτουργία των μυών, ενώ δρα καταλυτικά στη διαδικασία της κυτταρικής διαίρεσης. Ο κύριος κυκλοφορών μεταβολίτης της βιταμίνης D είναι η 25(OH)D στον ορό, που θεωρείται ο καλύτερος δείκτης αξιολόγησης της επάρκειας του οργανισμού σε βιταμίνη D και αντανακλά τα επίπεδα διαιτητικής πρόσληψης αλλά και σύνθεσής της από το δέρμα. Σε συγκεντρώσεις 25(OH)D στον ορό μικρότερες του 50 nmol/L, υπάρχουν ενδείξεις ότι υπάρχει αυξημένος κίνδυνος για αρνητικές επιπτώσεις στη μυοσκελετική υγεία στα παιδιά.

Στους παράγοντες κινδύνου για έλλειψη βιταμίνης D ανήκουν η ανεπαρκής έκθεση στο ηλιακό φως, (πιθανώς) η χρήση αντηλιακού, η παχυσαρκία, ο αποκλειστικός μητρικός θηλασμός χωρίς την πρόσληψη συμπληρωμάτων βιταμίνης D και η χαμηλή διαιτητική πρόσληψη. Εκτός από τα εμπλουτισμένα τρόφιμα, οι κύριες εκ φύσεως διαιτητικές πηγές βιταμίνης D είναι τα (λιπαρά) ψάρια (100 γρ. σαρδέλες ψητές παρέχουν 5 μg βιταμίνη D) και ο κρόκος αβγού (12 μg Βιταμίνη D/ κρόκο αβγού), ενώ σε μικρό βαθμό είναι το κρέας, η περιεκτικότητα του οποίου σε βιταμίνη D εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένου του περιεχόμενου λίπους και της διατροφής του ζώου (ζώα που βόσκουν σε φυσικούς ορεινούς βοσκοτόπους παρουσιάζουν υψηλότερα επίπεδα D). Η ημερήσια πρόσληψη βιταμίνης D για όλα τα παιδιά άνω του ενός έτους είναι 15 μg (EFSA, 2016).

Όσον αφορά το DHA, αποτελεί από τα κυριότερα συστατικά των φωσφολιπιδίων της κυτταρικής μεμβράνης και συμβάλλει στη φυσιολογική ανάπτυξη αλλά και τη διατήρηση της ομαλής λειτουργίας του εγκεφάλου και της όρασης. Η συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη για παιδιά ηλικίας 1-3 ετών είναι 100mg DHA και η κύρια φυσική πηγή είναι τα (λιπαρά) ψάρια.

Σε γνωμοδότηση της EFSA, ένας από τους τρόπους αύξησης της πρόσληψης των κρίσιμων θρεπτικών ουσιών –ιδιαίτερα βιταμίνης D τους χειμερινούς μήνες, όταν η ενδογενής σύνθεση είναι χαμηλή– είναι τα γάλατα για νήπια! Οι γονείς θα πρέπει να έχουν βέβαια κατά νου ότι δεν είναι όλα ίδια όσον αφορά τη σύνθεση, ενώ σε ορισμένα περιέχονται (πρόσθετα) σάκχαρα, τα οποία σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας συνδέονται με αύξηση κινδύνου για διαβήτη, παχυσαρκία, φθορά των δοντιών κ.λπ. Eίναι απαραίτητο να συνεκτιμώνται διάφοροι παράγοντες στην επιλογή ενός γάλακτος για το μικρό παιδί σας και βασικό κριτήριο πρέπει να είναι να μην περιέχει σάκχαρα και λοιπά συστατικά που επιβαρύνουν την υγεία του βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα!

Το HiPP Junior Combiotic 1+ δεν περιέχει καθόλου σάκχαρα και αρωματικές ύλες, ενώ έχει υψηλή περιεκτικότητα σε DHA (7.7 mg/ 100ml) και βιταμίνη D (2.3 mg βιταμίνη D/ 100ml έτοιμου γάλακτος) με αποτέλεσμα δύο (2) ποτήρια (500ml) να καλύπτουν το 40% της συνιστώμενης ημερήσιας πρόσληψης σε DHA και το 100% σε βιταμίνη D!

Στα συν η χαμηλή συγκέντρωση πρωτεΐνης του HiPP Junior Combiotic , συγκριτικά με το φρέσκο πλήρες αγελαδινό γάλα. Υψηλή πρωτεϊνική πρόσληψη στη πρώιμη παιδική ηλικία είναι πιθανό να οδηγεί σε ινσουλινοαντίσταση, να κάνει το παιδί υπέρβαρο και να οδηγεί σε παχυσαρκία μακροπρόθεσμα. Οι έρευνες βρίσκονται σε εξέλιξη.

Αγελαδινό ή Κατσικίσιο γάλα;

Το κατσικίσιο γάλα δεν είναι κατάλληλο για τα μικρά παιδιά. Η αιτία είναι η υψηλή του περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη και η πολύ χαμηλή περιεκτικότητα σε φυλλικό οξύ και βιταμίνη Β12 συγκριτικά με το αγελαδινό γάλα. Ως εκ τούτου, η κατανάλωση κατσικίσιου γάλακτος κατά τη νηπιακή ηλικία μπορεί να οδηγήσει στην εμφάνιση σοβαρής μεγαλοβλαστικής αναιμίας. Η Ευρωπαϊκή Εταιρεία Παιδιατρικής Γαστρεντερολογίας Ηπατολογίας και Διατροφής (ESPGHAN) συνιστά να μην γίνεται χρήση κατσικίσιου γάλακτος καθώς και φυτικών γαλάτων (π.χ. σόγιας, ρυζιού) σε αντικατάσταση του αγελαδινού γάλακτος πριν από την ηλικία των 2 ετών.

Παράλληλα, θα πρέπει να τονιστεί ότι τόσο το κατσικίσιο όσο και το φρέσκο αγελαδινό γάλα έχουν πολύ χαμηλή περιεκτικότητα σε σίδηρο (0.02-0.1 mg Fe/ 100ml), ιχνοστοιχείο απαραίτητο στον οργανισμό, διότι λειτουργεί ως καταλύτης της ενζυμικής δραστηριότητας. Ο σίδηρος συμβάλλει στη διατήρηση των φυσιολογικών λειτουργιών διαφόρων ιστών, συμπεριλαμβανομένης της μεταφοράς οξυγόνου στο σώμα και της φυσιολογικής γνωσιακής λειτουργίας. Ανεπαρκής πρόσληψη σιδήρου οδηγεί σε σιδηροπενική αναιμία, μειωμένη ψυχοκινητική ανάπτυξη και γνωστική επίδοση, καθώς και μη αποτελεσματική λειτουργία ανοσοποιητικού συστήματος (EFSA, 2013).

Το HiPP Junior Combiotic 1+ παρέχει περισσότερο σίδηρο (1.2 mg/ 100 ml) αλλά και φολικό οξύ (11.3 mg/ 100ml) συγκριτικά με το φρέσκο πλήρες αγελαδινό γάλα (≤ 0.1 mg Fe και 8 mg φολικού οξέος/ 100ml).

Η επιλογή του κατάλληλο γάλακτος είναι σημαντική. Μην παραλείπετε να συμβουλεύεστε πάντα τον παιδίατρο σας ή/και εξειδικευμένο διαιτολόγο.

Με αγάπη
Χριστίνα Κωστάρα
Διατροφολόγος-Διαιτολόγος, MMedSci

 

Ενδεικτική βιβλιογραφία:

  1. Barker DJP . Fetal origins of coronary heart disease BMJ 1995; 311: 171-4
  2. Barker DJP. Mothers, babies and disease in later life 2nd ed 1998 Churchill Livigstone Edinburgh U.K.
  3. European Food Safety Authority (EFSA). Report from the Commission to the European Parliament and the Council on Young Child Formulae. 2016. Available online: Eur-lex.europa.eu/legal content/EN/TXT/PDF/?uri=CELEX:52016DC0169&from=EN (accessed on 30 May 2021)
  4. Evaluation, Treatment, and Prevention of Vitamin D Deficiency: An Endocrine Society Clinical Practice Guideline. 2011
  5. Nutrient requirements and dietary intakes of infants and young children in the EU. EFSA Journal 2013;11(10):3408 16
  6. EFSA Panel on Dietetic Products, Nutrition and Allergies (NDA). Dietary reference values for vitamin D. EFSA Journal. Vol 14, Issue 10, 2016
  7. Feketea Gavriela Maria, Bocsan Ioana Corina et al. Vitamin D Status in Children in Greece and Its Relationship with Sunscreen Application. Children (Basel). 2021 Feb; 8(2): 111.
  8. Fewtrell M., Bronsky J. et al. Complementary Feeding: A Position Paper by the European Society for Paediatric Gastroenterology, Hepatology, and Nutrition (ESPGHAN) Committee on Nutrition. J. Pediatr. Gastroenterol. Nutr. 2017;64:119–132
  9. Gerry Schwalfenberg. Not enough vitamin D. Clinical Review. Can Fam Physician 2007; 53:841-854
  10. Osama O. Ibrahim. Sweeteners in Our Diets and World Health Organization Guidelines on Free Sugars Intake. Ibrahim, Int J Clin Nutr Diet 2018, 4: 129